Εισήγηση Χατζοπούλου Κατερίνας – Περιθώρια βελτίωσης του πολιτικού συστήματος: η πολιτική ως πρώτη των επιστημών & τα εὐ κεκραμένα πολιτεύματα

Κατερίνα Χατζοπούλου, Δρ. Γλωσσολογίας, Μτδρ. Ερευνήτρια ΑΠΘ

kchatzopoulou@yahoo.com

Διαφάνειες παρουσίασης

Τρία πράγματα φαίνεται να χαρακτηρίζουν σε μια πρώτη, εξωτερική θεώρηση το πολιτικό έργο: (α) η ασάφεια του έργου, (β) η δυσκολία επιμερισμού του έργου και (γ) η δυσκολία του έργου. (α) Η ασάφεια του πολιτικού έργου επενδύει με μεταφυσικές προσδοκίες τον ρόλο των πολιτευτών, οι οποίοι καλούνται συχνά να λύσουν με ‘μαγικό’ (δηλαδή ασαφή και άμεσο) τρόπο σύνθετα και εξίσου ασαφή, συχνά και στους ίδιους, κοινωνικοπολιτικά και οικονομικά ζητήματα, ενώ ταυτόχρονα προϋποθέτει οικονομικό και κοινωνικό κόστος, το οποίο αποτρέπει και ενίοτε εκφοβίζει με κράμα φαινομένων τον μέσο πολίτη από το να συμμετέχει και να συμβάλει. Ο πολίτης έτσι μόνο τυπικά διαθέτει το δικαίωμα του κλέγεσθαι. Δύσκολα κάποιος θα αναλάμβανε να επιτελέσει με υψηλό οικονομικό και κοινωνικό κόστος ένα έργο που δεν ξέρει τι περιλαμβάνει. (β) Η δυσκολία επιμερισμού του έργου είναι εμφανής, καθώς πλήθος πολιτικών χώρων επιδιώκουν σε καλοπροαίρετη θεώρηση τη βελτίωση αντικειμενικά αντίξοων κοινωνικοπολιτικών συνθηκών (ανεργία, εγκληματικότητα, συνθήκες υγείας, σύστημα εκπαίδευσης, εξασφάλιση πόρων για όλα τα προηγούμενα). Ωστόσο μεγάλο μέρος κοινωνικής ενέργειας δαπανάται σε συγκρούσεις και ασυμφωνία κατευθύνσεων και ρεαλιστικού προσανατολισμού και όχι σε επιμερισμό έργου και αξιοποίηση των υπαρκτών κοινωνικών δυνάμεων. Ο ισχυρός ζήλος των πολιτευτών και το κλίμα πολιτικού μανιχαϊσμού διαμορφώνει εύκολα έναν υψηλής τοξικότητας ανθρώπινο βιότοπο, όπου είναι ιδιαίτερα δελεαστικό και σύνηθες ιδεολογικές διαφορές να εκτρέπονται σε προσωπικές επιθέσεις, συχνά και με μακροχρόνιο ιστορικό. Το χαρακτηριστικό αυτό συνδέεται και με το προηγούμενο και με το επόμενο. (γ) Η δυσκολία του πολιτικού έργου απορρέει ευθέως από το γεγονός ότι προγραμματικός στόχος της πολιτικής τέχνης κατά τον Αριστοτέλη και διαισθητικά αυτονόητος είναι η ευδαιμονία του κοινωνικού συνόλου. Η ευδαιμονία προϋποθέτει (α) το να είναι ζωντανοί οι πολίτες, δεδομένου ότι δεν μπορεί να είναι ευδαίμων ο νεκρός, (β) επαρκή επίπεδα ηθικών και διανοητικών αρετών σε όλη την κοινωνικοπολιτική δομή και το κοινωνικό σώμα, με ενάρετους στόχους, ενάρετα μέσα και αγαθές προθέσεις (Πολιτικά I 1252a) και (γ) διασφάλιση και βέλτιστη διαχείριση πόρων, αξιοποίηση νεότερης τεχνολογίας και τεχνογνωσία που θα συμβάλει στη βελτίωση της ποιότητας ζωής όλων των μελών του κοινωνικού συνόλου (Πολιτικά III 1276b). Η δυσκολία του έργου εξηγεί και γιατί η πολιτική τέχνη θεωρείται κατά τον Αριστοτέλη ανώτατη των επιστημών/τεχνών (Ηθικά Νικομάχεια Ι 1094a), καθώς αυτή είναι που επιτρέπει την ύπαρξη και λειτουργία όλων των υπολοίπων. Αυτό σημαίνει πως κάθε φορά που κάποιος πολίτης κάνει καλά την εργασία του είναι επειδή η υπερκείμενη δομή, παρά την ασάφεια, τη δυσκολία και τα περιθώρια βελτίωσης, επιτελεί το δικό της έργο με επαρκή βαθμό επιτυχίας.

Τα χαρακτηριστικά αυτά της ασάφειας και της δυσκολίας επιμερισμού του δύσκολου πολιτικού έργου συσκοτίζονται επιπλέον με προκαταλήψεις και εντυπώσεις/στερεότυπα για τον ρόλο των πολιτικών προσώπων, τα οποία στερεότυπα, πολιτισμικά προωθούμενες και αυθαίρετες ή μερικώς στηριγμένες βεβαιότητες (π.χ. παραδοπιστία), διατρέχουν όλες τις δυτικού τύπου δημοκρατίες. Οι πεποιθήσεις αυτές συνδέονται με την ιδεολογία του πολιτικού μηδενισμού και της πολιτικής εσχατολογίας, προσάπτουν μελανό στίγμα στον ρόλο του πολιτικού προσώπου και δυσχεραίνουν περαιτέρω τον εξορθολογισμό των διαδικασιών συγκρότησης λειτουργικής κρατικής δομής. Η παρούσα εισήγηση προτείνει αντίστοιχα (α) συστηματική αποσαφήνιση των διακριτών ρόλων ενός αυξανόμενου δικτύου εθελοντών πολιτικών λειτουργών, (β) εξορθολογισμό και επιμερισμό του δύσκολου πλην αποσαφηνιζόμενου πολιτικού έργου, (γ) υποχρεωτική γενική και ενιαία κατάλληλη εκπαίδευση των πολιτευτών πριν και κατά τη διάρκεια της θητείας τους (Ηθικά Νικομάχεια  VI 1139b) και (δ) ενίσχυση των δημοκρατικών θεσμών, οι οποίοι προϋποθέτουν διαδικασίες κλήρωσης από σύνολο κατάλληλα εκπαιδευμένων προσώπων για την εξισορρόπηση της έντονα ολιγαρχικής φυσιογνωμίας του παρόντος πολιτεύματος (Πολιτικά III 1275a, IV 1294b, V 1307a-b).

 

Αριστοτελικά χωρία:

 

εἰ δή τι τέλος ἐστὶ τῶν πρακτῶν […] δῆλον ὡς τοῦτ᾽ ἂν εἴη τἀγαθὸν καὶ τὸ ἄριστον. […] δόξειε δ᾽ ἂν τῆς κυριωτάτης καὶ μάλιστα ἀρχιτεκτονικῆς. τοιαύτη δ᾽ ἡ πολιτικὴ φαίνεται: «Αν λοιπόν πράγματι υπάρχει κάποιος απώτερος σκοπός σε όλες τις πράξεις μας […] είναι φανερό ότι αυτός ο σκοπός είναι το αγαθό και μάλιστα το υπέρτατο αγαθό. […] Φαίνεται ότι αποτελεί (αυτό) αντικείμενο της κυριότερης τέχνης, αυτής που είναι πρώτη στην ιεραρχική σειρά των επιστημών. Αυτή η τέχνη φαίνεται πως είναι η πολιτική.» (Ηθικά Νικομάχεια Ι 1094a)

 

διδακτὴ ἅπασα ἐπιστήμη δοκεῖ εἶναι, καὶ τὸ ἐπιστητὸν μαθητόν. «Κάθε επιστημονική γνώση είναι κατά τη γενική αντίληψη διδακτή και το αντικείμενο της γνώσης είναι δυνατό να το κατακτήσει κανείς.» (Ηθικά Νικομάχεια  VI 1139b)

 

ἔστι δὲ καὶ ἡ πολιτικὴ καὶ  φρόνησις  αὐτὴ μὲν ἕξις, τὸ μέντοι εἶναι οὐ ταὐτὸν αὐταῖς. τῆς δὲ περὶ πόλιν  μὲν ὡς 

ἀρχιτεκτονικὴ φρόνησις νομοθετική,  δὲ ὡς τὰ καθ᾽ ἕκαστα τὸ κοινὸν ἔχει ὄνομα, πολιτική: αὕτη δὲ πρακτικὴ καὶ

βουλευτική «Η πολιτική τέχνη και η φρόνηση αφορούν την ίδια συμπεριφορά, παρόλο που η βαθύτερη ουσία τους είναι διαφορετική. Όσον αφορά τη φρόνηση στα της πόλης, το ένα είδος, το ανώτατο και καθοδηγητικό, είναι η νομοθετική τέχνη, ενώ το άλλο έχει να κάνει με τη διαχείριση των επιμέρους υποθέσεων και ζητημάτων και ονομάζεται πολιτική. Η πολιτική, ωστόσο, αφορά και τις αποφάσεις και την εφαρμογή τους.» (Ηθικά Νικομάχεια VI 1141b)

 

πᾶσαν πόλιν ὁρῶμεν κοινωνίαν τινὰ οὖσαν καὶ πᾶσαν κοινωνίαν ἀγαθοῦ τινος ἕνεκεν συνεστηκυῖαν [..] μάλιστα δὲ καὶ 

τοῦ κυριωτάτου πάντων ἡ πασῶν κυριωτάτη καὶ πάσας περιέχουσα τὰς ἄλλας. αὕτη δ᾽ ἐστὶν ἡ καλουμένη πόλις καὶ ἡ

 κοινωνία ἡ πολιτική. «Κάθε πόλη είναι ένα είδος ομάδας και κάθε ομάδα συγκροτείται με στόχο κάποιο καλό […] η ομάδα όμως που είναι πιο σημαντική από κάθε άλλη και περιέχει όλες τις άλλες είναι αυτή που κυρίως επιδιώκει το καλό και μάλιστα το πιο σημαντικό. Αυτή είναι η πόλις, η πολιτικά οργανωμένη κοινωνία.» (Πολιτικά I 1252a)

 

πόλις […] γινομένη μὲν τοῦ ζῆν ἕνεκεν, οὖσα δὲ τοῦ εὖ ζῆν «Η πόλη […] συγκροτείται για την εξασφάλιση της ζωής και διατηρείται χάρη στην καλή και ενάρετη ζωή.» (Πολιτικά I 1252b)

 

πολίτης δ’ ἁπλῶς οὐδενὶ τῶν ἄλλων ὁρίζεται μᾶλλον ἢ τῷ μετέχειν κρίσεως καὶ ἀρχῆς. «Πολίτης δεν θα μπορούσε να οριστεί διαφορετικά από εκείνον που συμμετέχει στην δικαστική και στην εκτελεστική εξουσία.» (Πολιτικά III 1275a 22-23)

 

[…] τῶν πολιτῶν, καίπερ ἀνομοίων ὄντων, ἡ σωτηρία τῆς κοινωνίας ἔργον ἐστί, κοινωνία δ᾽ ἐστὶν ἡ πολιτεία. «Παρόλο που κάθε πολίτης είναι διαφορετικός, με διαφορετικό ρόλο, έργο όλων είναι η σωτηρία της κοινωνίας και κοινωνία είναι η πολιτεία.» (Πολιτικά III 1276b)

 

μίαν δημοκρατίαν οἴονταί τινες εἶναι καὶ μίαν ὀλιγαρχίαν: οὐκ ἔστι δὲ τοῦτ᾽ ἀληθές. ὥστε δεῖ τὰς διαφορὰς μὴ λανθάνειν 

τὰς τῶν πολιτειῶν, πόσαι «Κάποιοι νομίζουν ότι υπάρχει ένα είδος δημοκρατίας και ένα είδος ολιγαρχίας, αυτό όμως δεν είναι αληθές. Πρέπει λοιπόν να μην παραβλέπουμε τις διαφορές των πολιτευμάτων και τα είδη» (Πολιτικά IV 1289a)

 

δημοκρατικὸν μὲν εἶναι τὸ κληρωτὰς εἶναι τὰς ἀρχάς, τὸ δ’ αἱρετὰς ὀλιγαρχικόν. «Γνώρισμα της δημοκρατίας είναι η μετοχή στην εξουσία μέσω κλήρωσης, ενώ οι εκλογές είναι γνώρισμα της ολιγαρχίας.» (Πολιτικά IV 1294b 8-9)

 

ἔτι δὲ τίνα πολιτείαν θετέον καὶ ποίαν διάθεσιν πόλεως ἀρίστην […] τῆς πολιτικῆς διανοίας καὶ θεωρίας τοῦτ᾽ ἐστὶν ἔργον, ἀλλ᾽ οὐ τὸ περὶ ἕκαστον αἱρετόν […]. «Ποιο πολίτευμα πρέπει να εγκαθιδρύσουμε και ποια οργάνωση πόλης να θεωρήσουμε καλύτερη […] είναι ζήτημα πολιτικής πραγμάτευσης και θεωρίας και όχι το τι είναι στον καθένα αρεστό […]» (Πολιτικά VII 1324a)